ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
Δικαστικές αποφάσεις που εκδόθηκαν από το Ειρηνοδικείο Αθηνών επί ατομικών αγωγών (οι τελευταίες με αριθμό 863/2008, 1540/2008 και 1642/2008) - στηριζόμενες στις αμετάκλητες αποφάσεις που είχαν εκδοθεί επί συλλογικών αγωγών της ΕΚΠΟΙΖΩ - υποχρεώνουν τις τράπεζες να επιστρέψουν στους δανειολήπτες που είχαν λάβει στεγαστικά δάνεια με κυμαινόμενο επιτόκιο μέχρι και τις αρχές του 2003 σημαντικότατα χρηματικά ποσά. Σε βάρος των δανειοληπτών αυτών οι τράπεζες διέπραξαν μία μεγάλη αδικία. Κάνοντας χρήση του καταχρηστικού όρου για τον τρόπο διακύμανσης του κυμαινόμενου επιτοκίου οι τράπεζες δεν απέδωσαν στους καταναλωτές τη μείωση του επιτοκίου που δικαιούνταν.
Ο μονομερής προσδιορισμός του κυμαινόμενου επιτοκίου από τις τράπεζες έχει κριθεί με αμετάκλητες αποφάσεις δικαστηρίων που εκδόθηκαν επί συλλογικών αγωγών της ΕΚΠΟΙΖΩ (Άρειος Πάγο 1219/2001, Εφετείο Αθηνών 5253/2003) καταχρηστικός. Σύμφωνα με αυτές τις αποφάσεις οι τράπεζες θα έπρεπε να αναφέρουν στις συμβάσεις τους συγκεκριμένα, εύλογα για τον καταναλωτή, κριτήρια με βάση τα οποία θα διακυμαίνεται το επιτόκιο του δανείου. Τέτοια κριτήρια είναι εκείνα που αντικατοπτρίζουν το κόστος του χρήματος για τις τράπεζες.
Οι τελευταίες, όπως έχουν το δικαίωμα να αυξάνουν τα επιτόκιο όταν το κόστος του χρήματος γίνεται ακριβότερο, ομοίως οφείλουν να μειώνουν τα επιτόκια όταν το κόστος του χρήματος γίνεται φθηνότερο για τις ίδιες.
Την περίοδο 2001-2003 υπήρξε μία ραγδαία πτώση του κόστους του χρήματος για τις τράπεζες. Τα επιτόκια της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και τα διατραπεζικά επιτόκια μειώθηκαν την περίοδο αυτή κατά 2,75 εκατοστιαίες μονάδες. Ωστόσο, οι τράπεζες δεν απέδιδαν το όφελος στους καταναλωτές, καθώς αυτές δεν μείωναν ή προέβαιναν σε μικρότερες μειώσεις των κυμαινόμενων επιτοκίων των στεγαστικών δανείων. Το αποτέλεσμα ήταν όσοι είχαν στεγαστικά δάνεια με κυμαινόμενο επιτόκιο την παραπάνω περίοδο (ιδίως 2001 και 2002) να πληρώσουν τα επόμενα χρόνια, και μάλιστα - όσοι δεν μετέτρεψαν τα δάνειά τους - να πληρώνουν ακόμη και σήμερα, περισσότερους τόκους από όσους θα όφειλαν να πληρώσουν. Οι αποφάσεις που εκδίδονται δέχονται την ακυρότητα του παραπάνω όρου συμπληρώνοντας τις δανειακές συμβάσεις και ορίζοντας ότι η διακύμανση του επιτοκίου θα έπρεπε να γίνεται με βάση τις μεταβολές του επιτοκίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Επισυνάπτουμε τους παρακάτω πίνακες προκειμένου να διευκολυνθούν οι δανειολήπτες στην κατά προσέγγιση εκτίμηση του αδικαιολογήτως καταβληθέντος ποσού που εισέπραξαν οι τράπεζες.
Ο πρώτος πίνακας καταγράφει τη αδικαιολόγητη διαφορά σε ποσοστιαίες μονάδες του επιτοκίου που πλήρωνε δανειολήπτης που είχε στεγαστικό δάνειο (αρχές 2001) από το 2003.
Επιτόκο την 01.03.2001*
Επιτόκιο την 01.07.2003*
Εφαρμοστέο Επιτόκιο*
Διαφορά Μονάδων
ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ
4,75%
2,00%
Εθνική Τράπεζα
6,25%
5,50%
3,50%
2,00
ΑlphaBank
6,75%
5,25%
4,00%
1,25
Eurobank
6,90%
5,35%
4,15%
1,20
Eμπορική Τράπεζα
6,25%
5,50%
3,50%
2,00
Τράπεζα
Πειραιώς
6,55%
5,50%
3,80%
1,70
Ταμείο
Παρακαταθηκών
& Δανείων
6,50%
6,00%
3,75%
2,25
Γενική Τράπεζα
6,75%
5,40%
4,00%
1,40
ΝovaBank
6,95%
5,35%
4,20%
1,15
Λαΐκή Τράπεζα
6,25%
5,35%
3,50%
1,85
Ασπίς
6,75%
5,95%
4,00%
1,95
*Τα επιτόκια προσαυξάνονται με ποσοστό 0,12% για την εισφορά του Ν. 128/75.
Ο παρακάτω πίνακας καταγράφει την αξίωση από αδικαιολογήτως καταβληθέντες τόκους ενός καταναλωτή που έχει δάνειο με ανεξόφλητο κεφάλαιο 100.000 ευρώ, εξοφλητέο σε 20 έτη, τον Μάρτιο του 2001.
Εθνική Τράπεζα
6.800 ευρώ
AlphaBank
3.400 ευρώ
Eurobank
3.210 ευρώ
Eμπορική Τράπεζα
6.500 ευρώ
Τράπεζα Πειραιώς
5.900 ευρω
Ταμείο Παρακαταθηκών & Δανείων
7.970 ευρώ
Γενική Τράπεζα
4.100 ευρώ
NovaBank
3.600 ευρώ
Λαϊκή Τράπεζα
6.740 ευρώ
Ασπίς
7.050 ευρώ
Ο παρακάτω πίνακας περιγράφει την αξίωση για δάνειο 100.000 ευρώ, εξοφλητέο σε 20 έτη, που χορηγήθηκε το 2002.
Εθνική Τράπεζα
3.250 ευρώ
AlphaBank
3.520 ευρώ
Eurobank
2.400 ευρώ
Eμπορική Τράπεζα
3.530 ευρώ
Τράπεζα Πειραιώς
2.900 ευρω
Ταμείο Παρακαταθηκών & Δανείων
3.800 ευρώ
Γενική Τράπεζα
2.540 ευρώ
NovaBank
2.350 ευρώ
Λαϊκή Τράπεζα
2.340 ευρώ
Ασπίς
2.100 ευρώ
Αναλογικά με το ποσόν του ανεξόφλητου κεφαλαίου κατά τα παραπάνω χρονικά σημεία, ο δανειολήπτης μπορεί να προσεγγίσει το ύψος της απαίτησής του. Τα παραπάνω ποσά μπορούν να διαφοροποιούνται ανάλογα με τη διάρκεια του δανείου (έτσι λ.χ. η απαίτηση είναι ψηλότερη για τα διαρκείας 25 ετών και μικρότερη για τα 15ετίας). Μπορούν επίσης να διαφοροποιούνται ανάλογα και με το ακριβές χρονικό σημείο της εκταμίευσής του (λ.χ. αν το δάνειο ελήφθη αρχές ή τέλη του 2001). Εξάλλου, οι παραπάνω υπολογισμοί αφορούν την κατά προσέγγιση αξίωση των δανειοληπτών για το χρονικό διάστημα μέχρι τις αρχές του 2006. Τούτο για διευκόλυνση των καταναλωτών, καθώς πολλοί κατά το 2006 μετέτρεψαν τα δάνειά τους. Σε όσους δεν τροποποιήθηκαν οι όροι του δανείου τους, η απαίτησή τους είναι σαφώς υψηλότερη. Μάλιστα, αρκετοί δανειολήπτες, για να μη χάσουν το ευεργέτημα της φοροαπαλλαγής των τόκων, εξακολουθούν να παραμένουν παγιδευμένοι σε υψηλά επιτόκια. Όπως εξάλλου και όσοι είχαν επιδότηση του επιτοκίου τους.
Με δεδομένο ότι οι παραπάνω αξιώσεις στηρίζονται σε αμετάκλητες δικαστικές αποφάσεις που έχουν εκδοθεί επί συλλογικών αγωγών ένωσης καταναλωτών, το Υπουργείο Ανάπτυξης έχει τη δυνατότητα, με βάση και τον νόμο 3587/2007, να επέμβει και να διευκολύνει το δικαίωμα αποζημίωσης των καταναλωτών, δίχως να υποχρεωθούν οι τελευταίοι να καταθέσουν νέες αγωγές. Άλλωστε, οι αρμόδιες εποπτικές αρχές έχουν σοβαρότατες ευθύνες, για το γεγονός ότι δεν ενεργοποιήθηκαν για να προστατευθούν οι δανειολήπτες όταν εκτυλισσόταν η παραπάνω αδικία.
Μόνο άλλωστε αν τα πιστωτικά ιδρύματα υποχρεωθούν να αποκαθιστούν τις συνέπειες των καταχρηστικών και παρανόμων συμπεριφορών θα έχουν και ισχυρό κίνητρο να τις αποφεύγουν, και όχι όπως συμβαίνει σήμερα, να τις μετακυλίουν ή να τις υποκαθιστούν.
Αξίζει να επισημανθεί ότι το υπόλοιπο στεγαστικών δανείων το 2001 ανήλθε, σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, σε 15.652,2 εκατομμύρια ευρώ και το τέλος του 2002 σε 21.224, 7 εκατομμύρια ευρώ. Η συντριπτική πλειοψηφία από αυτά ήταν με κυμαινόμενο επιτόκια. Το αδικαιολόγητο όφελος των τραπεζών εκτιμάται μετριοπαθώς ότι υπερβαίνει τα 800 εκατομμύρια ευρώ. Τούτο δε μάλιστα αφορά μόνο τα στεγαστικά δάνεια, και όχι και την καταναλωτική πίστη που ασφαλώς και εκεί δεν αποδόθηκε επαρκώς η μείωση.
Για περισσότερες πληροφορίες απευθυνθείτε στο τηλεφωνικό κέντρο της Ε.Κ.ΠΟΙ.ΖΩ.
210 -330 44 44
Αθήνα 19 Μαïου 2008
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου